Ενδομητρίωση

Η ενδομητρίωση είναι ένα συχνό γυναικολογικό πρόβλημα, που προσβάλει κυρίως γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η αιτιολογία και η παθογένεια της νόσου παραμένουν άγνωστες, ενώ σε ένα ποσοστό της τάξης του 20-25% των περιπτώσεων δεν εμφανίζονται συμπτώματα.

 

Τι συμβαίνει όταν μία γυναίκα πάσχει από ενδομητρίωση;

Ενδομητρίωση εκδηλώνεται όταν αναπτύσσεται σε περιοχές εκτός της μήτρας, ιστός, ο οποίος δομικά και λειτουργικά μοιάζει με τον ιστό που καλύπτει το ενδομήτριο (εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας). Αποτέλεσμα αυτού είναι η δημιουργία μιας χρόνιας φλεγμονής και συμφύεσων, που μπορεί να διατρεβλώσουν την ανατομία την πυελική ανατομία μιας γυναίκας, προκαλώντας διάφορα γυναικολογικά προβλήματα.

 

Ποιες γυναίκες εμφανίζουν συχνότερα ενδομητρίωση;

Η ασθένεια εμφανίζεται κατά συντριπτική πλειοψηφία γυναίκες 20-35 ετών, δηλαδή αναπαραγωγικής ηλικίας, γεγονός που σημαίνει πως έχει στενή σχέση με τα επίπεδα οιστρογόνων.

 

Ποια είναι τα συχνότερα συμπτώματα;

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω περίπου μία στις τέσσερις γυναίκες δεν εμφανίζει κανένα συμπτώματα της ασθένειας. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις τα βασικότερα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Δυσμηνόρροια (πόνος κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως)
  • Δυσπαρεύνια (πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής)
  • Διαταραχές στην περίοδο, όπως πολύ μεγάλη απώλεια αίματος, πολυήμερη έμμηνος ρύση, μικρός κύκλος, παρουσία αίματος πριν την περίοδο
  • Ενοχλήσεις στην ούρηση ή στην κένωση, όταν υπάρχει μη φυσιολογική ανάπτυξη ιστού στο ουροποιητικό σύστημα, η στο έντερο.
  • Σε σοβαρές περιπτώσεις οι ασθενείς παραπονιούνται για μόνιμο πόνο στην περιοχή της πυέλου, που αντανακλά στη μέση και στα κάτω άκρα

Η βασικότερη αιτία πόνου είναι πως ο μη φυσιολογικός ιστός που δημιουργείται στα τοιχώματα των οργάνων προκαλεί κύστεις αίματος, ή οζίδια που προάγουν την ανάπτυξη συμφύσεων (ουλώδης ιστού)

 

Ενδομητρίωση και γονιμότητα

Η σχέση μεταξύ ενδομητρίωσης και γονιμότητας έχει απασχολήσει έντονα την ιατρική κοινότητα. Κατά κανόνα η νόσος αποτελεί σημαντικό παράγοντα υπογονιμότητας, χωρίς να είναι απόλυτο πως κάθε γυναίκα που πάσχει από ενδομητρίωση παρουσιάζει μειωμένη γονιμότητα.

Είναι οι μεταβολές και οι αλλοιώσεις που προκαλεί η ασθένεια, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν στειρότητα, ή μειωμένη πιθανότητα σύλληψης ή ολοκλήρωσης μιας φυσιολογικής κύησης. Η ανατομική παραμόρφωση της πυέλου, η δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, οι ορμονικές διαταραχές, η δημιουργία ουλώδους ιστού στις σάλπιγγες και οι συμφύσεις που παρουσιάζονται είναι οι βασικότερες αλλοιώσεις που μπορεί να συσχετιστούν με προβλήματα στη γονιμότητα.

Άλλες μεταβολές περιλαμβάνουν την αναστολή της ωοθυλακορρηξίας, τη μη φυσιολογική ανάπτυξη ωοθυλακίων και λοιπές ενδοκρινικές δυσλειτουργίες που ενδέχεται να διαταράξουν την ικανότητα εμφύτευσης του εμβρύου στη μήτρα.

Ορισμένες φορές ο ετερότοπος ιστός αναπτύσσεται στο εσωτερικό της ωοθήκης, σχηματίζοντας μία κύστη που ονομάζεται ενδομητρίωμα και μπορεί να αποτελέσει αίτιο μειωμένης γονιμότητας.

Σε κάθε περίπτωση δεν είναι απόλυτο πως η ενδομητρίωση απαραιτήτως συνοδεύεται από στειρότητα καθώς οι πιθανότητες ολοκλήρωσης μιας φυσιολογικής κύησης εξαρτώνται από τη βαρύτητα της νόσου.

 

Θεραπεία ενδομητρίωσης και γονιμότητα

Η αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης εξαρτάται από τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά κάθε περίστασης και τις επιθυμίες και ανάγκες της εκάστοτε ασθενούς. Η πρώτη προσέγγιση στη θεραπεία της νόσου γίνεται με φαρμακευτική αγωγή, με στόχο τη μείωση των επιπέδων οιστρογόνων που προάγουν την εξέλιξη της κατάστασης.

Για βελτίωση της αναπαραγωγικής ικανότητας κρίνεται σκόπιμος ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής με χειρουργική θεραπεία. Το χειρουργείο για την ενδομητρίωση διενεργείται λαπαροσκοπικά κατά τη διάρκεια της αρχικής διαγνωστικής εξέτασης, αφού η ασθενής έχει ενημερωθεί από πριν πως σε περίπτωση διάγνωσης ενδομητρίωσης θα πραγματοποιηθεί επιτόπου η θεραπεία.

Η θεραπεία της ασθένειας θα μπορέσει να αποκαταστήσει την ανατομία της πυέλου και να βοηθήσει τα γυναικολογικά εξαρτήματα να λειτουργήσουν καλύτερα. Ωστόσο υπάρχουν όρια στη βελτίωση της ικανότητας ολοκλήρωσης φυσιολογικής κύησης. Σε περιπτώσεις πολύ προχωρημένης ενδομητρίωσης ορισμένες γυναίκες προτιμούν την ολική υστερεκτομή μετά αμφόπλευρης εξαρτηματεκτομής (ολική αφαίρεση της μήτρας και των εξαρτημάτων της), για οριστική ανακούφιση των συμπτωμάτων.